Ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης

   
         
   

 

 

 

 

Ὁ νέος ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης ὑπῆρξε φανέρωση καί ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης καί τῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ γιά τόν σύγχρονο κόσμο. Προικισμένος μέ πολύ σπάνια πνευματικά χαρίσματα δίδασκε μέ τήν ζωή καί τόν λόγο του ὅτι «ὁ Χριστός εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς, τῆς χαρᾶς,
τοῦ φωτός τοῦ ἀληθινοῦ· ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν».

 

   
   


Μέ τό χάρισμα πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, ὁ Ἅγιος εἶχε βαθιά γνώση τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Πλησίαζε κι περιέβαλλε μέ τήν ἀγάπη του ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀνθρώπους, χωρίς νά τούς διακρίνει σέ δίκαιους καί ἁμαρτωλούς. Κοντά του ἔβρισκαν θεραπεία, πνευματική καθοδήγηση, παράκληση καί χαρά, ἄνθρωποι κάθε ἡλικίας, ἐθνικότητας, καταγωγῆς καί τάξης. Ἦταν δοσμένος ὁλόψυχα στόν λαό τοῦ Θεοῦ, στούς ἐγγύς καί τούς μακράν, στούς πιστοὺς καί τούς ἀρνητές, στούς χριστιανούς καί τούς ἀγνοοῦντες τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, στούς πάντες. Ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀγκάλιαζε μέ ἀπέραντη ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία, παρακινώντας τους μέ τή διδασκαλία καί τό παράδειγμα τοῦ ἁγίου βίου του νά ἀγαπήσουν τόν Χριστό.

Ἡ ἀκτινοβολία τοῦ ἁγίου Πορφυρίου, καί ὅσο βρισκόταν ἀνάμεσά μας καί μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση, ἔφτασε στά πέρατα τῆς οἰκουμένης. Τήν χάρη τῆς ἁγιαστικῆς παρουσίας του καί τόν ἰαματικό του λόγο χρειαζόμαστε σήμερα –ἀκόμη κι ἄν δέν τό συνειδητοποιοῦμε– ὅλοι ὅσοι ἀναζητοῦμε νόημα στή ζωή, ἀλλά καί ὅλοι οἱ πονεμένοι, συγχυσμένοι καί «τσακισμένοι» ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς μας, πού ἐκεῖνος μέ ἀγάπη πάντοτε περιχωροῦσε. Ὁ ὅσιος Πορφύριος ἀνήκει σέ ὅλους· εἶναι οἰκουμενικός Ἅγιος, παγκόσμιος καί διαχρονικός.

Ἡ Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς Χανίων ἔχει ἐκδώσει τό βιβλίο «Βίος καί Λόγοι», τό ὁποῖο ἔχει μεταφραστεῖ σέ περισσότερες ἀπό εἴκοσι γλῶσσες. Στό βιβλίο περιλαμβάνονται αὐτούσια ἡ διδασκαλία καί οἱ λόγοι τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, πού ἔγιναν αἰτία χαρᾶς καί παρηγορίας γιά ἑκατομμύρια ἀνθρώπους σέ ὅλο τόν κόσμο.

Στή μοναστική περιοχή, κοντά στή Μονή τῆς Μεταμόρφωσης, ἀνεγείρεται Ἱ. Ναός ἀφιερωμένος στόν Ἅγιο Πορφύριο τόν Καυσοκαλυβίτη.

   
    Σύντομη βιογραφία    
   

Ὁ ἅγιος Ποργύριος γεννήθηκε στό χωριό Ἅγιος Ἰωάννης τῆς ἐπαρχίας Καρυστίας στήν Εὔβοια,
στίς 7 Φεβρουαρίου 1906. Τό κατά κόσμον ὄνομά του ἦταν Εὐάγγελος Μπαϊρακτάρης. Οἱ γονεῖς του, Λεωνίδας καί Ἑλένη, ἦταν φτωχοί γεωργοί καί ὁ πατέρας ἀναγκάστηκε νά φύγει μετανάστης στήν Ἀμερική, γιά νά συντηρήσει τήν πολυμελή οἰκογένεια. Ὁ μικρός Εὐάγγελος ἦταν τό τέταρτο ἀπό τά πέντε παιδιά τῆς οἰκογένειας. Στό σχολεῖο εἶχε παρακολουθήσει μόνο τήν πρώτη τάξη τοῦ Δημοτικοῦ. Ἀπό νωρίς μπῆκε στή βιοπάλη. Μικρός ἀκόμη, φύλαγε πρόβατα στό βουνό, ἐνῶ μόλις ἑπτά χρονῶν πῆγε νά δουλέψει ὡς παραγιός σέ κατάστημα στή Χαλκίδα καί κατόπιν σέ ἕνα παντοπωλεῖο στόν Πειραιᾶ, στή δούλεψη ἑνός συγγενῆ του.

Ἀπό μικρό παιδί, ὁ ἅγιος Πορφύριος ἀγάπησε τόν Χριστό μέ δυνατή καί ἀποκλειστική ἀγάπη. Ἐνῶ ἔβοσκε
τά πρόβατα στό χωριό, διάβαζε συλλαβιστά τόν βίο τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Καλυβίτη καί μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ αἰσθάνθηκε τήν κλήση στή μοναχική ζωή, «τό ἔβαλε», ὅπως λέει, «βαθιά μέσα του νά γίνει ἐρημίτης».

Ὅταν ἦταν δώδεκα χρονῶν, ἔφυγε γιά τό Ἅγιον Ὄρος. ῾Η χάρις τοῦ Θεοῦ τόν ὁδήγησε στά ἀσκητικά Καυσοκαλύβια. Τή μετάβαση καί παραμονή του στό Περιβόλι τῆς Παναγίας τή θεωροῦσε ὡς «ἕνα μεγάλο θαῦμα τῆς θείας πρόνοιας».

Ἐκεῖ, στήν Καλύβη τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Καυσοκαλυβίων, μπῆκε στήν ὑποταγή δύο Γερόντων, οἱ ὁποῖοι κατά κοινή ὁμολογία ἦταν πολύ αὐστηροί, καί τούς ἀφοσιώθηκε μέ μεγάλη ἀγάπη καί ἄκρα ὑπακοή. Ἔγινε μοναχός σέ ἡλικία δεκατεσσάρων ἐτῶν καί πῆρε τό ὄνομα Νικήτας. Μετά ἀπό δύο χρόνια ἔγινε μεγαλόσχημος. ῾Η μοναχική του ἄσκηση ἦταν ἀδιάκοπη καί σκληρή καί διαπνεόταν ἀπό θεία ἀγάπη καί οὐράνια χαρά. Μέ ζῆλο καί ἐνθουσιασμό ἔκανε τίς πιό βαριές ἐργασίες στήν Καλύβη καί προσευχόταν κάνοντας ἑκατοντάδες μετάνοιες καθημερινά, ἐνῶ συγχρόνως ἐντρυφοῦσε μέ φλόγα στά ἱερά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας, τήν Ἁγία Γραφή, τό Ψαλτήρι, τήν Παρακλητική, τά Μηναῖα. Μέ τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς του, τήν χαρούμενη ὑπακοή του καί τόν φλογερό ζῆλο του, ἔγινε ἀπό νωρίς σκεῦος μεγάλων δωρεῶν καί χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἰδιαίτερο ἀνάμεσα σέ αὐτά τά χαρίσματα ἦταν τό διορατικό.

Στά δεκαεννέα του χρόνια, ὁ μοναχός Νικήτας ἀρρώστησε πολύ σοβαρά, γεγονός πού τόν ἀνάγκασε, μέ τήν εὐλογία τοῦ Γέροντά του, νά ἐγκαταλείψει τό Ἅγιον Ὄρος. Ἐπέστρεψε στήν Εὔβοια καί ἐγκαταβίωσε στή Μονή τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους Λευκῶν.

Ἕνα χρόνο ἀργότερα, τό 1926, χειροτονήθηκε ἱερέας στόν Ἅγιο Χαράλαμπο Κύμης ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Σινᾶ, Πορφύριο Γ΄, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωσε τό ὄνομα Πορφύριος. Σέ ἡλικία εἴκοσι δύο ἐτῶν, ἔγινε πνευματικός-ἐξομολόγος καί λίγο ἀργότερα ἀρχιμανδρίτης.

Στά 1940, παραμονές τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἔφερε τόν ἅγιο Πορφύριο νά διακονήσει τόν ἀνθρώπινο πόνο ὡς ἐφημέριος στήν Πολυκλινική Ἀθηνῶν, στό κέντρο τῆς Ἀθήνας. Γιά τόν ὅσιο Γέροντα, πού ἐπιθυμοῦσε νά θυσιάζεται γιά τή σωτηρία τῶν ἄλλων, αὐτή ἦταν μία εὐλογημένη διακονία, τήν ὁποία ἄσκησε μέ μεγάλο ζῆλο καί ἀγάπη. Ἔζησε στήν Πολυκλινική Ἀθηνῶν τριάντα τρία χρόνια, «χρόνια εὐλογημένα, δοσμένα στόν ἄρρωστο, στόν πόνο». Γρήγορα διαδόθηκε ὅτι ἦταν καλός πνευματικός καί τόν πλησίαζαν ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι, «ἄνθρωποι πονεμένοι, τσακισμένες ψυχές πού ἐρχόντουσαν ἐκεῖ, γιά νά χύσουν τό δάκρυ τῆς ψυχῆς τους».

Μέ βαθιά ταπείνωση καί ἁπλότητα πού ἐξέπληττε, ὁ Ἅγιος ἀποκάλυπτε διά τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γεγονότα χαμένα στά βάθη τοῦ παρελθόντος, ἀλλά καί τοῦ παρόντος καί τοῦ μέλλοντος. Ἔκανε μέ ἀκρίβεια ἰατρικές διαγνώσεις, περιέγραφε περιοχές πού δέν εἶχε ποτέ ἐπισκεφθεῖ καί περιστατικά στά ὁποῖα δέν εἶχε παρευρεθεῖ, μεταφερόταν ἐν πνεύματι καί σώματι σέ ἄλλους τόπους, ἔβλεπε στά βάθη τῆς γῆς ἀλλά καί στά μύχια τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, διάβαζε τίς πιό κρυφές σκέψεις, τούς λογισμούς καί τά αἰσθήματα, γνώριζε λεπτομερῶς συμβάντα τῆς ζωῆς ἀνθρώπων γνωστῶν καί ἀγνώστων.

Αὐτό τό μεγάλο χάρισμα τῆς διόρασης ὁ ἅγιος Πορφύριος τό ἔλαβε ἀπό τόν Θεό, διότι εἶχε καθαρή ψυχή καί πληρώθηκε ἀπό τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μέ στοργή καί ταπείνωση ἐκεῖνος τό ἔκανε προσευχή, θεραπεία, παραμυθία καί ἐλπίδα γιά τόν πονεμένο καί ψυχικά κουρασμένο ἄνθρωπο. Ἔτσι, ἁπλόχερα καί διακριτικά, ἄνοιγε γιά ὅλους ἕνα παράθυρο στήν αἰωνιότητα.

Ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος δέν ἐπεδίωξε ποτέ τά χαρίσματα. Ζητοῦσε μόνο νά ἀποκτήσει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί προσευχόταν ἀδιάκοπα νά ζεῖ στήν παρουσία Του. Αὐτή τήν πνευματική κατάσταση προσπαθοῦσε νά μεταδώσει σέ ὅσους τόν ἐπισκέπτονταν, «γιά νά αἰσθανθοῦν τό ἀγκάλιασμα πού κάνει ὁ Χριστός σέ ὅλους, νά βοηθηθοῦν οἱ Χριστιανοί καί νά σωθοῦν, εὑρισκόμενοι σέ κοινωνία ἀγάπης μέ τόν Χριστό».

Τό 1979, ὁ ἅγιος Πορφύριος ἐγκαταστάθηκε στό Μήλεσι μέ τό ὄνειρο νά κτίσει μοναστήρι, ἕνα πνευματικό ἐργαστήριο, «ὅπου θά ἁγιάζονται καί θά καλλιεργοῦνται ψυχές καί θά δοξάζουν ἀδιαλείπτως τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ». Ἐκεῖ ζοῦσε στήν ἀρχή σέ ἕνα τροχόσπιτο κάτω ἀπό ἰδιαίτερα ἀντίξοες συνθῆκες καί κατόπιν σέ ἕνα ἀπέριττο κελλάκι ἀπό τσιμεντόλιθους, ὅπου καί ὑπέμενε ἀγόγγυστα τίς πολλές δοκιμασίες τῆς ὑγείας του. Τό 1984, μεταφέρθηκε σέ κτίσμα τοῦ ὑπό ἀνέγερση μοναστηριοῦ. Παρόλο πού ἦταν πολύ ἄρρωστος καί τυφλός, καθημερινά δεχόταν, καθοδηγοῦσε, παρηγοροῦσε καί θεράπευε ἑκατοντάδες ἀνθρώπους ἀπό ὅλα τά μέρη τῆς γῆς, πού πήγαιναν νά τόν συμβουλευθοῦν καί νά πάρουν τήν εὐχή του.

Τά τελευταῖα χρόνια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, ὁ Ἅγιοςἄρχισε νά προετοιμάζεται γιά τήν κοίμησή του. Τό ὁσιακό τέλος τόν βρῆκε, ὅπως τό ἐπιθυμοῦσε, στά ἀγαπημένα του Καυσοκαλύβια. Ἐκεῖ, μυστικά καί ἀθόρυβα, ὅπως ἔζησε, παρέδωσε τήν ψυχή του στόν Νυμφίο Χριστό, τό πρωί τῆς 2ας Δεκεμβρίου 1991. Τά τελευταῖα λόγια πού ἀκούστηκαν ἀπό τό στόμα του ἦταν ἀπό τήν ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Κυρίου, πού πολύ ἀγαποῦσε καί συχνά ἐπαναλάμβανε: «῞Ινα ὦσιν ἕν».

Στίς 27 Νοεμβρίου 2013, ἡ Ἱερά Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἀνακήρυξε τόν ὅσιο Γέροντα Πορφύριο καί ἐπίσημα ἅγιο. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 2 Δεκεμβρίου.

   
         
    Αρχική σελίδα