Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης

   
         
   

Στίς 2 Δεκεμβρίου γιορτάστηκε στήν Ἑλλάδα καί σέ ὅλο τόν κόσμο ὁ νέος Ἅγιος, Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ἡ ἁγιοκατάταξή του ἔγινε μέ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου (27/11/2013).

Ἑκατομμύρια ἄνθρωποι πανηγύρισαν γιά τό χαρμόσυνο γεγονός τῆς ἁγιοκατάταξης τοῦ ὁσίου Γέροντος Πορφυρίου, πού ὡς ἅγιος εἶχε καταξιωθεῖ στή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας καί ὅσο ἀκόμη ἦταν ἐν ζωῇ.

Τήν Κυριακή βράδυ, 2 Δεκεμβρίου, ἔγινε ὁλονύκτια ἀγρυπνία στή Μονή Χρυσοπηγῆς καί ἑορτάστηκε πανηγυρικά γιά πρώτη φορά ἡ μνήμη τοῦ νέου Ἁγίου. Συλλειτούργησαν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης κ. Εἰρηναῖος, μαζί μέ τους Μητροπολίτες Κυδωνίας καί Ἀποκορώνου κ. Δαμασκηνό καί Κισάμου καί Σελίνου κ. Ἀμφιλόχιο.

   
   

Ὁ ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης εἶναι ὁρόσημο ἁγιότητας γιά τόν σύγχρονο κόσμο, ἕνα ἀνεκτίμητο δῶρο τοῦ Θεοῦ.

Μέ τό χάρισμα πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, ὁ Ἅγιος εἶχε βαθιά γνώση τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Πλησίαζε κι περιέβαλλε μέ τήν ἀγάπη του ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀνθρώπους, χωρίς νά τούς διακρίνει σέ δίκαιους καί ἁμαρτωλούς. Κοντά του ἔβρισκαν θεραπεία, πνευματική καθοδήγηση, παράκληση καί χαρά, ἄνθρωποι κάθε ἡλικίας, ἐθνικότητας, καταγωγῆς καί τάξης. Ἦταν δοσμένος ὁλόψυχα στόν λαό τοῦ Θεοῦ, στούς ἐγγύς καί τούς μακράν, στούς πιστοὺς καί τούς ἀρνητές, στούς χριστιανούς καί τούς ἀγνοοῦντες τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, στούς πάντες. Ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀγκάλιαζε μέ ἀπέραντη ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία, παρακινώντας τους μέ τή διδασκαλία καί τό παράδειγμα τοῦ ἁγίου βίου του νά ἀγαπήσουν τόν Χριστό.

Ἡ ἀκτινοβολία τοῦ ἁγίου Πορφυρίου, καί ὅσο βρισκόταν ἀνάμεσά μας καί μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση, ἔφτασε στά πέρατα τῆς οἰκουμένης. Τήν χάρη τῆς ἁγιαστικῆς παρουσίας του καί τόν ἰαματικό του λόγο χρειαζόμαστε σήμερα –ἀκόμη κι ἄν δέν τό συνειδητοποιοῦμε– ὅλοι ὅσοι ἀναζητοῦμε νόημα στή ζωή, ἀλλά καί ὅλοι οἱ πονεμένοι, συγχυσμένοι καί «τσακισμένοι» ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς μας, πού ἐκεῖνος μέ ἀγάπη πάντοτε περιχωροῦσε. Ὁ ὅσιος Πορφύριος ἀνήκει σέ ὅλους· εἶναι οἰκουμενικός Ἅγιος, παγκόσμιος καί διαχρονικός.

Ἡ Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς Χανίων ἔχει ἐκδώσει τό βιβλίο «Βίος καί Λόγοι», τό ὁποῖο στή δεκαετία 2003 – 2013 μεταφράστηκε σέ περισσότερες ἀπό εἴκοσι γλῶσσες. Στό βιβλίο περιλαμβάνονται αὐτούσια ἡ διδασκαλία καί οἱ λόγοι τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, πού ἔγιναν αἰτία χαρᾶς καί παρηγορίας γιά ἑκατομμύρια ἀνθρώπους σέ ὅλο τόν κόσμο.

 

   
    Σύντομη βιογραφία    
   

Ὁ ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, κατά κόσμον Εὐάγγελος Μπαϊρακτάρης, γεννήθηκε στίς 7 Φεβρουαρίου 1906, στήν Εὔβοια, στό χωριό Ἅγιος Ἰωάννης τῆς ἐπαρχίας Καρυστίας. Οἱ γονεῖς του, Λεωνίδας Μπαϊρακτάρης καί Ἑλένη, τό γένος Ἀντωνίου Λάμπρου, ἦταν εὐσεβεῖς καί φιλόθεοι ἄνθρωποι. Ὁ πατέρας του, μάλιστα, ἦταν ψάλτης στό χωριό καί εἶχε γνωρίσει τόν ἅγιο Νεκτάριο προσωπικά. Ἡ οἰκογένειά του ἦταν πολυμελής καί οἱ γονεῖς, φτωχοί γεωργοί, δυσκολεύονταν νά τή συντηρήσουν. Γι᾽αὐτό ὁ πατέρας ὑποχρεώθηκε νά φύγει στήν Ἀμερική, ὅπου δούλεψε στήν κατασκευή τῆς διώρυγας τοῦ Παναμᾶ.

Ὁ μικρός Εὐάγγελος ἦταν τό τέταρτο παιδί τῆς οἰκογένειας. Φύλαγε τά πρόβατα στό βουνό καί εἶχε παρακολουθήσει μόνο τήν πρώτη τάξη τοῦ δημοτικοῦ, ὅταν ἀναγκάστηκε καί αὐτός λόγῳ τῆς μεγάλης φτώχειας νά πάει στή Χαλκίδα γιά νά δουλέψει. Ἦταν μόλις ἑπτά χρονῶν. Ἐργάστηκε δυό τρία χρόνια σέ ἕνα κατάστημα. Μετά πῆγε στόν Πειραιᾶ, ὅπου δούλεψε γιά δύο χρόνια στό παντοπωλεῖο ἑνός συγγενοῦς.

Στά δώδεκά του χρόνια ἔφυγε κρυφά γιά τό Ἅγιον Ὄρος, μέ τόν πόθο νά μιμηθεῖ τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Καλυβίτη, τοῦ ὁποίου τό βίο εἶχε ἀπό παλιά διαβάσει καί τόν ὁποῖο εἶχε ἰδιαίτερα ἀγαπήσει. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ τόν ὁδήγησε στήν Καλύβη τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Καυσοκαλυβίων καί στήν ὑποταγή δύο Γερόντων, ἀδελφῶν κατά σάρκα, τοῦ Παντελεήμονος, πού ἦταν καί πνευματικός, καί τοῦ Ἰωαννικίου. Ἀφοσιώθηκε στούς δύο Γέροντες, οἱ ὁποῖοι κατά κοινή ὁμολογία ἦταν ἰδιαίτερα αὐστηροί, μέ μεγάλη ἀγάπη καί μέ πνεῦμα ἀπόλυτης ὑπακοῆς.

Ἔγινε μοναχός σέ ἡλικία δεκατεσσάρων ἐτῶν καί πῆρε τό ὄνομα Νικήτας. Μετά ἀπό δύο χρόνια ἔγινε μεγαλόσχημος. Λίγο ἀργότερα ὁ Θεός τοῦ δώρισε τό διορατικό χάρισμα. Στά δεκαεννέα του χρόνια ἀρρώστησε πολύ σοβαρά, γεγονός πού τόν ἀνάγκασε νά ἐγκαταλείψει ὁριστικά τό Ἅγιον Ὄρος.

Ἐπέστρεψε τότε στήν Εὔβοια, ὅπου ἐγκαταβίωσε στή Μονή τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους Λευκῶν. Ἕνα χρόνο ἀργότερα, τό 1926, χειροτονήθηκε ἱερέας στόν Ἅγιο Χαράλαμπο Κύμης ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Σινᾶ, Πορφύριο Γ´, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωσε τό ὄνομα Πορφύριος. Στά εἴκοσι δύο του ἔγινε πνευματικός-ἐξομολόγος καί λίγο ἀργότερα ἀρχιμανδρίτης. Γιά ἕνα διάστημα ἐργάστηκε ὡς ἐφημέριος στούς Τσακαίους, χωριό τῆς Εὔβοιας.

Στήν Εὔβοια, στήν Ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους, ἔζησε δώδεκα χρόνια, διακονώντας τούς ἀνθρώπους ὡς πνευματικός καί ἐξομολόγος, καί τρία χρόνια στήν Ἄνω Βάθεια, στήν ἐγκαταλελειμμένη Μονή τοῦ Ἁγίου Νικολάου.

Στά 1940, παραμονές τοῦ Β´ Παγκοσμίου Πολέμου, ὁ ἅγιος Πορφύριος ἐγκαταστάθηκε στήν Ἀθήνα, ὅπου ἀνέλαβε καθήκοντα ἐφημερίου καί πνευματικοῦ στήν Πολυκλινική Ἀθηνῶν. Ὅπως ὁ ἴδιος ἔλεγε, ἔζησε ἐκεῖ τριάντα τρία χρόνια σάν μιά μέρα, ἀσκώντας ἀκαταπόνητα τό πνευματικό ἔργο καί ἀνακουφίζοντας τόν πόνο καί τήν ἀσθένεια τῶν ἀνθρώπων.

Ἀπό τό 1955 εἶχε ἐγκατασταθεῖ στά Καλλίσια, ὅπου εἶχε μισθώσει ἀπό τήν Ἱερά Μονή Πεντέλης τό ἐκεῖ εὑρισκόμενο ἐρημικό Μονύδριο τοῦ Ἁγίου Νικολάου μέ τήν ἀγροτική περιοχή πού τό περιέβαλλε, τήν ὁποία καλλιεργοῦσε μέ μεγάλη ἐπιμέλεια. Ἐδῶ, παράλληλα, ἐξασκοῦσε τό πλούσιο πνευματικό του ἔργο.

Τό καλοκαίρι τοῦ 1979, ἐγκαταστάθηκε στό Μήλεσι μέ τό ὄνειρο νά κτίσει μοναστήρι. Ἐκεῖ ζοῦσε στήν ἀρχή σέ ἕνα τροχόσπιτο κάτω ἀπό ἰδιαίτερα ἀντίξοες συνθῆκες καί κατόπιν σέ ἕνα ἀπέριττο κελλάκι ἀπό τσιμεντόλιθους, ὅπου καί ὑπέμενε ἀγόγγυστα τίς πολλές δοκιμασίες τῆς ὑγείας του. Τό 1984 μεταφέρθηκε σέ κτίσμα τοῦ ὑπό ἀνέγερση μοναστηριοῦ, γιά τήν ὁλοκλήρωση τοῦ ὁποίου ὁ Ἅγιος, παρ᾽ ὅλο πού ἦταν πολύ ἄρρωστος καί τυφλός, ἐργαζόταν ἀκατάπαυστα καί ἀκαταπόνητα. Μέ τή θεμελίωση τοῦ Καθολικοῦ τῆς Μονῆς τῆς Μεταμορφώσεως, στίς 26 Φεβρουαρίου 1990, ἀξιώθηκε νά δεῖ τό ὄνειρό του νά γίνεται πραγματικότητα.

Τά τελευταῖα χρόνια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, ὁ ἅγιος Πορφύριος ἄρχισε νά προετοιμάζεται γιά τήν κοίμησή του. Ἐπιθυμοῦσε νά ἀποσυρθεῖ στό Ἅγιον Ὄρος, στά ἀγαπημένα του Καυσοκαλύβια, ὅπου μυστικά καί ἀθόρυβα, ὅπως ἔζησε, θά παρέδιδε τήν ψυχή του στόν Νυμφίο της. Πολλές φορές τόν ἄκουσαν νά λέει: «Ἐπιδιώκω καί τώρα πού ἐγήρασα νά πάω καί νά πεθάνω ἐκεῖ πάνω».

Πράγματι, τό ὁσιακό τέλος τόν βρῆκε στά Καυσοκαλύβια, στήν Καλύβη του, τό πρωί τῆς 2ας Δεκεμβρίου 1991.

Τά τελευταῖα λόγια πού ἀκούστηκαν ἀπό τό στόμα του ἦταν ἀπό τήν ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Κυρίου, αὐτά πού τόσο ἀγαποῦσε καί πολύ συχνά ἐπαναλάμβανε:

«Ἵνα ὦσιν ἕν».

   
         
   

Αρχική σελίδα